Γράφει ο Φαήλος Μ. Κρανιδιώτης:
Μια ασπρόμαυρη γάτα, κοκκαλιάρα από το Μνημόνιο, τεντωνόταν νωχελικά πάνω στο δέντρο του Εθνικού Κήπου, καθώς ο ήλιος έλειωνε την πρωϊνή πάχνη, που έκανε τα τσαρούχια των Ευζώνων να γλιστράνε.
Η κουστωδία του Πρωθυπουργού έκοψε ταχύτητα, αφήνοντας κάτι αδέσποτα ξαδέρφια του μακαρίτη του Κανέλου, του συριζαίου κρυπτοχρυσαυγίτη, να περάσουν. Έστριψε από την Ηρώδου Αττικού, σταμάτησε κι ο ψηλός βγήκε βιαστικά μοιράζοντας καλημέρες, μπαίνοντας στο Μέγαρο Μαξίμου από την πλαϊνή πόρτα.
Στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν όλοι όσοι είχαν λάβει το μήνυμα στις 2 το πρωΐ, την ώρα που τέλειωνε το CSI κι άρχιζε η επανάληψη του pretty bra.
Ο Δημήτρης μασουλούσε διακριτικά την τελευταία μπουγάτσα με τυρί, που φυλούσε στην κατάψυξη, από τον τελευταίο «Θείο Βάνια» που έκλεισε πριν 10 χρόνια στην Ομόνοια, σιγομουρμουρίζοντας ένα νοσταλγικό αργεντίνικο τανγκό, το «Adios Muchachos» του Κάρλος Γκαρντέλ, ενώ κομματάκια προκατακλυσμιαίας σφολιάτας κολλούσαν στο καφέ ματ μουστάκι του κι ύστερα έπεφταν στο υπέρκομψο τεριλέν ημικαμπάνα παντελόνι του, που είχε ράψει στον Γιαννέτο το 1982 για την πρεμιέρα του Γιώργου Μπουλουγουρά στο «Εμπατή».
Ο Γιώργος χασμουριόταν και έπαιζε με το iphone ανεβάζοντας φωτογραφίες του «κύριου Υπουργού», του Φούσκα, ενός πανέμορφου West Highland Terrie, του αληθινού εγκεφάλου της Ομάδας Αλήθειας. Όταν του λες «Σκουρλέτης», γρυλίζει κι όταν του λες «Καμμένος», μαρκάρει την περιοχή του.
Ο Χρύσανθος με το αριστερό χέρι ήδη πλησίαζε στον τετραγωνισμό του κύκλου, έχοντας εδώ και 1 λεπτό κυκλώσει το τετράγωνο, ενώ με το δεξί τέλειωνε το τελικό σχέδιο πρότασης για την διαπραγμάτευση, παράλληλα δε ήδη στο μυαλό του διόρθωνε την ομιλία για την σύνοδο κορυφής και έβαζε τα υστερόγραφα σε κάτι απολογητικές επιστολές για τρεις μεγάλους έρωτες που πλήγωσε, στο Λονδίνο, στην Νέα Υόρκη και στα Φιλιατρά, όταν αποφάσισε να νοικοκυρευτεί και να αφήσει πίσω τον κομμουνισμό και την κραιπάλη.
Δίπλα του η Σοφία είχε βγάλει ένα πλήρες σετ της Lancome και σενιαριζόταν στο καθρεφτάκι για τις αναπόφευκτες δηλώσεις. Όλο και κάποια κουλαμάρα θα είχε καταγγείλει πάλι ο Σκουρλέτης ή ο Πάνος. Σκεφτόταν πως έχοντας να αντιμετωπίσει τόσες μαλακίες κάθε μέρα, κανονικά θα έπρεπε να παίρνει επίδομα βαρέας κι ανθυγειινής αλλά ο Σταϊκούρας είχε καβούρια στις τσέπες.
Ο Γκίκας με έκφραση ανήσυχης απορίας καθόταν σε μια γωνία με μια θηριώδη παλιά αριθμομηχανή μπροστά του. Το μήνυμα ήταν σαφές. Όχι pad, κάτι χωρίς σκληρό δίσκο, που να μην αφήνει ίχνη και δυνατότητα αντιγραφής και τα κινητά έξω, να τα φυλάει ο Λάζαρος.
Ο Πρωθυπουργός μπήκε φουριόζος κι όλοι σηκώθηκαν. Ο Δημήτρης μπουκώθηκε το τελευταίο κομμάτι της σαλονικιάς μπουγάτσας, τσαλακώνοντας με θόρυβο πίσω από την πλάτη του το χαρτί, δεχόμενος ένα αυστηρό βλέμμα του Πρωθυπουργού.
Ο Γιώργος ήταν ήδη σε στάση προσοχής, ενώ η Σοφία έκλεισε προσεκτικά το νεσεσέρ.
Ο Γκίκας κλώτσησε στον αστράγαλο τον Χρύσανθο, που είχε ήδη ξεκινήσει και το πρόγραμμα για τις εκλογές του Ιουνίου του 2016, για να βγει από την κοσμάρα του.
Ο Θόδωρος, ο Διοικητής της ΕΥΠ, έπαιζε ενοχλημένος με τον καφέ του. Είχε βαρεθεί το αστειάκι που του έκαναν όλοι πρωϊνιάτικα. Έδινε το χέρι λέγοντας «Τι κάνεις;» και τα κωλόπαιδα του απαντούσαν «Εσύ ξέρεις καλύτερα».
Ο ψηλός μπήκε κατευθείαν στο θέμα.
«Λοιπόν, παιδιά, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Οι 180 δεν βγαίνουν».
Όλοι πάγωσαν, ενώ ο Χρύσανθος, μέχρι να πουν «ανάκαμψη», είχε ήδη συντάξει το σχέδιο της δήλωσης προκήρυξης εκλογών. Ο ψηλός κατάλαβε την παγωμάρα τους αλλά συνέχισε:
«Επομένως πρέπει να τους αγοράσουμε. Στόχος καταρχήν οι βουλευτές των ΑΝΕΛ. Money talk, bulshit walk λένε στο Άμχερστ και στο Κοπανάκι. Γκίκα, λέγε πόσα έχουν μείνει από το πλεόνασμα».
Ο Γκίκας κοκκίνισε, άνοιξε ένα τσαντάκι με λουράκι, σαν αυτά που κρατούσε ο Τζων Τίκης το 1974, έβγαλε και φόρεσε δυο μαύρα μισά μανίκια, ένα γείσο μόνο με λάστιχο, χωρίς καπέλο κι άρχισε να ανοίγει τα ντοσιέ που είχε φέρει και να κοπανάει τα μεταλλικά κουμπιά της θηριώδους προπολεμικής αριθμομηχανής.
Σε λίγο ξερόβηξε, τράβηξε το μακρόστενο χαρτάκι και με τη φωνή απουσιολόγου είπε, «Εεε, χμμμ, κύριε Πρόεδρε, μετά τις αυξήσεις και τα αναδρομικά στους ένστολους και τις μπύρες του Γιούγκερν, δεν έχουμε και πολλά. 71 Ευρώ και 22 σεντ».
Έπεσε κατήφεια για μερικά δευτερόλεπτα. Τότε ο Χρύσανθος έβγαλε την πίπα του και είπε αργά και καθαρά κόβοντας την σιωπή, όπως το μαχαίρι την ανάλατη μυζήθρα:΄
«Η έλλειψη χρήματος μας υποδεικνύει την επιστροφή στο πρωταρχικό στάδιο της οικονομίας».
Ο Δημήτρης είπε «Να ρωτήσουμε τον Βαγγέλη; Με είπε πως θα πουλήσουν το γυμναστήριο του Γιώργου» αλλά σώπασε με ένα θυμωμένο βλέμμα.
«Δηλαδή;», είπε ανυπόμονα ο Πρωθυπουργός στον Χρύσανθο.
Ο Πόντιος χαρχάλεψε την πίπα με τα διάφορα μεταλλικά μαντζαφλάρια που κουβαλάνε οι καπνιστές πίπας κι άναψε με αργές κινήσεις τον σβησμένο καπνό, κάνοντας τους τα νεύρα κρόσσια.
Πριν ο Πρωθυπουργός του πετάξει ένα θηριώδες πρες παπιέ, είπε: «Αφού δεν μπορούσε να τους αγοράσουμε, θα κάνουμε ανταλλαγή των ψήφων τους με άλλα πράγματα και υπηρεσίες. Ανταλλακτική οικονομία».
Ένα σατανικό χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπο του Μεσσήνιου, που ήδη είχε πιάσει το νόημα και μοιράσει αποστολές. Σήκωσε το εσωτερικό και είπε στην Κατερίνα: «Φώναξε μου αμέσως τον Τζαμτζή, τον Ταμήλο και τον Χρυσομάλλη».
Τις επόμενες μέρες διαδραματίστηκαν φοβερά πράγματα.
Ο Ταμήλος κυνηγούσε την Χρυσοβελώνη φωνάζοντας της «Στάσου, μύγδαλα».
Ο Τζαμτζής είχε πλευρίσει τον Τέρενς χαρίζοντας του μια ακούρευτη προβατίνα, το μαλλί bonus, για να τον εκμαυλίσει.
Ο Χρύσανθος με ψεύτικο προφίλ, ως Χαράλαμπος Κλαμπατσάρας, φανοποιός, έστελνε στο inbox της Ξουλίδου εκμαυλιστικά μηνύματα, όπως «moro kane me add ime blok». Τον ανταγωνιζόταν βορειοηπειρώτης οικοδόμος, που του αρέσουν οι μπαμπάτσικες, και την έλεγε «κουκλίτσα».
Την πιο δύσκολη αποστολή, στην καρδιά του στόχου, την ανέλαβε, ως Καλαματιανός, ο Μίλτος Χρυσομάλλης. Κυνηγούσε τον Καμμένο με μια λαδόκολλα με τέσσερις οκάδες γουρνοπούλα από την Αλλαγή, βάζοντας του ζεστές πετσούλες κάτω από τη μύτη….
Ο Πάνος είδε με τρόμο την Χρυσοβελώνη να σκοντάφτει. Ο Ταμήλος την σήκωσε ιπποτικά κι άρχισε να την ταΐζει αμύγδαλα στο στόμα, ενώ αυτή χασκογελούσε με νάζι. Ο Πάνος ήθελε να ουρλιάξει την διαγραφή της μα δεν έβγαινε η φωνή του.
Ο Τέρενς στην Μηλιώνη κρατούσε την προβατίνα από τα πίσω πόδια κι ο Τζαμτζής του έδειχνε πως την κουρεύουν, ενώ η Ξουλίδου έστελνε πια στον Χαράλαμπο Κλαμπατσάρα φατσούλες με μάτια καρδούλες. Ο Πάνος άρχισε να λούζεται στον ιδρώτα της αποστασίας κι ένοιωθε με δυσφορία την μυρωδιά της ξεροψημένης γουρουνίσιας πέτσας. Την ρεύτηκε κιόλας. Ένοιωθε την πάλη της γουρνοπούλας με το τζατζίκι και το παλαιωμένο συλλεκτικό Chivas στο στομάχι του και μια αίσθηση ασφυξίας. Ήθελε να φωνάξει σε όλους και στον εαυτό του, αφού είχε φάει τη γουρνοπούλα της προδοσίας, «Πουλημένοι, μερκελιστές, στόχος οι υδατάνθρακες του Έθνους»! Μάταια. Πνιγόταν. Άπλωσε το χέρι να βρει το τηλέφωνο να πάρει τον Αλέξη για βοήθεια και τότε ξύπνησε. Μούσκεμα στον ιδρώτα και τυλιγμένος σαν κοκορέτσι με το σεντόνι. Ένας εφιάλτης ήταν…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Ένα ιστολόγιο προβληματισμού και διαλόγου...!!!