Του Τίτου Χριστοδούλου
Προϋπόθεση του ανθρώπινου γέλιου (σε αντιδιαστολή προς το ζωϊκό, που, αντίθετα από τον Αριστοτέλη του «ζώου γελαστικού» υπάρχει, τουλάχιστον στα ανώτερα πιθηκοειδή) είναι, πάνω από όλα, η αυτοσυνειδησία και αναγνώριση της κατάστασής μας. Για την κατανόηση δηλαδή του αστείου και την ανταπόκριση του γέλιου σε αυτό, συνομολογείται η δυνατότητα του σαρκασμού, που επιτρέπει και δικαιώνει ο αυτοσαρκασμός. Δικαίωμα και αλήθεια στην σάτιρα δίνει το δάκρυ, και στον σαρκασμό η δια του αυτοσαρκασμού συμμετοχή στην διακωμωδούμενη «ανθρώπινη κατάσταση», που ο σαρκασμός οικτίρει και δια του γέλωτος θρηνεί.
Ο κλαυσίγελως για την ανθρώπινη κατάστασή μας. Στην κορύφωση της τραγικής αίσθησης της ζωής και πεισιθάνατης παραίτησης από αυτή, ο Καρυωτάκης έφθασε στο «Ελεγείες και Σάτιρες», πριν πάρει τον δρόμο για την «κάρυνη θήκη». Έγραφε ήδη με το ένα πόδι ο ίδιος στον τάφο όταν γελούσε ο πεισιθάνατος της Πρεβέζης, τραγικωμικά, με τον μακρυκάνη στρατιώτη Μιχαλιό, περιγράφοντας την κηδεία και ταφή του, με «το ένα πόδι έξω από τον λάκκο». Αν απαισιοδοξεί τραγικά η σκέψη του ενός ποδιού στον λάκκο, αισιοδοξεί τραγικωμικά η σκέψη ότι είσαι με το ένα πόδι έξω από τον λάκκο. Tα άσχημα νέα: είμαι με το ένα πόδι στον τάφο. Και τα καλά νέα, είμαι με το ένα πόδι έξω από τον τάφο. Σαν τον Μιχαλιό του Καρυωτάκη. Ανοίγοντας το παράθυρο για τελευταία φορά και την ζωή κοιτώντας ήρεμα θα γελάσεις. Finita é la Comedia.
Incipit tragoedia. Eκεί, στο γέλιο της παραιτημένης απαξίας, ριζώνει πιο βαθιά η αλήθεια της τραγωδίας μας. Στο τέλος μας, η αρχή της τραγωδίας. Δελεάσθηκε από την ζωή ο Νίτσε, δεχόμενος στο «Εύθυμη Επιστήμη» (Gay Science) την προτερότητα της ζωής: «Sum, ergo cogito: cogito, ergo sum». Σε αντιστροφή του Καρτέσιου, «υπάρχω, άρα σκέφτομαι, πρέπει να ζήσω κι άλλο, για να σκεφτώ». «Ας μείνουμε πραγματικοί και αληθείς σε αυτό που είμαστε», γράφει στην Εύθυμη Επιστήμη, έχοντας μεθύσει από τον Βαγνεριανό κυκεώνα, «ας είμαστε ελεύθεροι και άφοβοι για να ανθήσουμε από μέσα μας σε μια αθώα αυτοδιόρθωση». «Frei und furchtlos», το αιματώδες πνεύμα που πάλλει στο τέτααρτο και και τελικό βιβλίο της Εύθυμης Επιστήμης, αφιερωμένο στις Αλκυονίδες ξαστεριές του Sanctus Ianuarius, του Αγίου Ιανουαρίου. «Πιο εκτεθειμένοι στους κινδύνους της ζωής, πιο παραγωγικοί έτσι, πιο χαρούμενοι.. γιατί πιστέψτε με, το μυστικό της μεγίστης καρποφορίας, και της μεγαλύτερης απόλαυσης της ζωής είναι το «ζειν επικινδύνως. Κτίστε τις πόλεις σας δίπλα στους Βεζούβιους! Ζείστε σε συνεχή πόλεμο με τους όμοιους σας και τους εαυτούς σας... γίνετε εισβολείς και κατακτητές, αν δεν μπορείτε να είστε διοικητές και κτήτορες».
Επικίνδυνα πράγματι λόγια που έφεραν στο τέλος και την λέξη «ελευθερία», «Frei», να κοσμεί την πύλη της Κόλασης, στο Άουσβιτς. O ίδιος ο Νίτσε προαισθάνθηκε πόσο κοντά ήταν η μέθη αυτή της ζωής με το σκοτάδι της τρέλλας που στο τέλος τον κάλυψε και τον ίδιο. Σον 125ο αφορισμό ο «τρελλός», ζητεί με τον φανό θυέλλης, μέρα μεσημέρι, τον Θεό που «δολοφονήσαμε όλοι μας», ενώ η «Εύθυμη Επιστήμη» καταλήγει με τον 325ο αφορισμό να προειδοποιεί: «Incipit Tragoedia», Αρχίζει η Τραγωδία. Προσπαθήστε να γελάσετε με την Κωμωδία της Ανθρώπινης Ύπαρξης, η τραγική της αίσθηση θα θριαμβεύσει στο τέλος. «Ζοφερή Νύχτα, το ξέρω, πλησιάζεις, με ζητούνε τα νύχια σου». Finita é la Comedia. Άρχεται, και άρχει, η τραγωδία.
Στο Στρατόπεδο Συγκέντρωσης, στο Μπίρκενάου, η Πολωνεζα κατάδικος Τζουλιάνα Τεντέσκι ('There Is A Place On Earth') άκουγε κι απορούσε για το γέλιο των Ελλήνων Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Πίσω από το γέλιο, η πιο βαθιά, η πιο απόλυτη ανθρώπινη τραγωδία. Είχαν οι Έλληνες διατηρήσει, γράφει για τους Έλληνες συγκαταδίκους της, «μια αίσθηση του χιούμορ». Αποκαλούσαν και τον Άγγελο του Θανάτου των, την αυστηρή φράουσέκεριν, την Δεσμοφύλακά τους «moco». Κι όχι δεν είναι το «μώκο» του «Μώκο ρε», της σιωπηρής υποταγής στην δύναμη της εξουσίας, στο ομώνυμο διήγημα του Σαμαράκη. «C' est la salete dy nez», είναι η «μύξα» της εξηγούν γελώντας. Αποκαλούσαν, και περιγελούσαν, τον Θάνατό τους «μύξα». Ήταν το «μόκο» της δια του γέλωτος αντίστασης του αδυνάμου, η γελώσα διεκδίκηση και κατάφαση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. «Αλλά ουαί» σημειώνει η Τεντέσκι, αν τους μιλούσε κανείς για ελπίδα, ότι επίκειται απόβαση των συμμάχω στην Ιταλία ή στην Ελλάδα, ότι προελαύνουν τα ρωσικά στρατεύματα, ότι καταρρέουν οι γερμανικές δυνάμεις. Δεν καταδέχονταν να κρυφτούν πίσω από κούφιες ελπίδες, δεν ήταν «ετερονομική», θα έλεγε ο Καντ, η αξιοπρέπεια του γέλιου των.
Γελούσαν με το γέλιο της απόλυτης αδυναμίας, της πέραν κάθε ελπίδας παραίτησης από την ζωή. Εκεί όμως όπου διεκδικείται «η καθαρή ουσία μας». Στον Έννατο Κύκλο της Κόλασης, στον βυθό του σύμπαντος, il fondo del Universo. Πέραν από τον Θεό και τον ΄Ανθρωπο, όταν «τα φρικτά βαστά η γη κι η ψυχή τα φρικτότερα»: εκεί κλαυσιγελά η τραγικωμωδία. Σαν τον Μιχαλιό, θαμμένο με το ένα ποδάρι πάντα έξω από τον τάφο. Στο απόλυτο της τραγωδίας, το ένα ποδάρι πάντα στην κωμωδία. Δος μοι πα στω και ταν γαν κινήσω. Είναι στο γέλιο της περιφρόνησης των καταδίκων της «θείας κωμωδίας», ο Σίσυφος «heureux» ευτυχής; Γελούν κι οι πέτρες, της καταδίκης μας: ο «λάας αναιδής». Γελούμε μαζί τους. Και δείχνουμε, αν πέτρες αυτές, πέτρινοι εμείς. Άνθη της πέτρας.
"Nothing is funnier than unhappiness [...]. And we laugh, we laugh, with a will, in the beginning. But it's always the same thing. Yes, it's like the funny story we have heard too often, we still find it funny, but we don't laugh any more." Ο S. Beckett (Τίποτε δεν είναι πιο αστείο από την ανθρώπινη δυστυχία. […]. Και γελούμε, γελούμε, με θέληση, στην αρχή. Αλλά είναι πάντα το ίδιο πράγμα. Ναι, είναι σαν την αστεία ιστορία που έχουμε ακούσει τόσες φορές, την βρίσκουμε ακόμα αστεία, αλλά δεν γελούμε πια»).
Κι είναι το γέλιο μας σαν κλάμμα. Το κλάμμα στην πιο ατίθασσή του αξιοπρέπεια. Γέλα φιλόσοφε. Γέλα Γελασίνε. Και κλάψε, ναι, Ηράκλειτε. Επεί τα ανθρώπεια οϊζυρά εισιν.
Titus Londiniensis, εξ Άγγλε Τέρας
Δια το πιστόν, Τίτος Χριστοδούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Ένα ιστολόγιο προβληματισμού και διαλόγου...!!!